Το Σωματείο ιστορικά αναφέρεται για πρώτη φορά στα μέσα του 14ου αιώνα ως συντεχνία μαραγκών – ξυλουργών της πόλης. Επι τουρκοκρατίας λόγω των δυσκολιών της εποχής παύει να υπάρχει και επανιδρύεται το 1903. Έκτοτε η παρουσία και δράση του σωματείου είναι συνεχείς μέχρι σήμερα μηδέ εξαιρουμένης της κατοχής. Το Σωματείο καταρχάς είχε έντονη κοινωνική δραστηριότητα με συμετοχή (αμισθεί των μελών του) στη συντήρηση σχολείων, ιερών ναών, δημόσιων κτηρίων, στην κατασκευή δημόσιων έργων κ.α.
Τα προοδευτικά του κλάδου κάτω από τις ανάγκες και τις πιέσεις της εποχής οδηγούνται στις αρχές της δεκατίας του ’60 στην ίδρυση της Τεχνικής Επεξεργασίας Ξύλου (Τ.Ε.Ξ.) που συσπείρωσε το σύνολο σχεδόν του κλάδου, η εταιρία χωρίς καμία ουσιαστική συμπαράσταση της πολιτείας απάντησε επιτυχώς στα προβήματα του κλάδου.
Μετά την Μεταπολίτευση κάτω από τις ραγδαίες εξελίξεις της εποχής, το Σωματείο ενεργοποιείται σε διάφορες κοινωνικές, οικονομικές και συνδικαλιστικές δραστηριότητες με κορυφαία εκείνη της ίδρυσης του Συνεταιρισμού Επιπλοξυλουργών Ν. Ηρακλείου με όλες τις θετικές επιπτώσεις που είχε αυτό στον κλάδο και γενικά στην οικονομική ζωή του Νομού. Δημιουργεί ταμίο αλληλοβοήθειας, Τράπεζα αίματος κ.α. Έχει συμμετοχή σε επιτροπές κοινωνικού, οικονομικού και συνδικαλιστικού χαρακτήρα θεσμοθετημένες ή μη, όπως τη Διοίκηση του Επιμελητηρίου Ηρακλείου, στους ορκωτούς πραγματογνώμονες του Ε.Β.Ε. Ηρακλείου, στην Περιφερειακή Διοίκηση του ΤΕΒΕ, στην Επιτροπή αξιολόγησης αδειών πλανόδειων εμπόρων. Επίσης με παρεμβάσεις του υφιστάμενου ΔΣ του Σωματείου στο Υπουργείο Παιδείας επέτυχε και λειτουργεί από το 2003 με συμμετοχή 20 σπουδαστών στο τμήμα Επιπλοξυλουργών στα ΚΕΤΕΚ ΟΑΕΔ Ηρακλείου Κρήτης.
Συμμετέχει ακόμα στο ΔΣ της ΟΕΒΝΗ της ΓΕΣΕΒΕ, της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξύλου.
Το Σωματείο έχει ώς σήμερα ημέρα γιορτής του την 2α Φεβρουαρίου, ημέρα της Υπαπαντής του Ιησού Χριστού.